Η κατοικία βρίσκεται στους πρόποδες λόφου σε μικρή απόσταση από τις ακτές της δυτικής πλευράς του Μεσσηνιακού κόλπου. Το κτίριο αποτελείται από δύο όγκους, την κύρια κατοικία και τον ξενώνα, οι οποίοι συνδέονται μέσω ενός ημιυπαίθριου χώρου (patio). Το patio αποτελεί χώρο καθιστικού για τους καλοκαιρινούς μήνες. Στη συνέχεια αυτού του χώρου έχει τοποθετηθεί η μεγάλου μήκους πισίνα. Το κτίριο έχει χωροθετηθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε κατά την είσοδο σε αυτό να καδράρεται η (infinite pool) πισίνα, μία λωρίδα θάλασσας και η πυραμίδα του Ταϋγέτου στο βάθος. Η αρμονική αυτή αλληλουχία τονίζεται και με την κατάλληλη χρήση των υλικών. Το ίδιο μάρμαρο έχει επενδύσει γραμμικά την “πλατεία” πριν την είσοδο και το patio, ενώ στη συνέχεια εισχωρεί στην πισίνα καταλήγοντας σε καταρράκτη στο τελείωμα της προς το μέρος της θάλασσας.
Η κύρια κατοικία αποτελείται από δύο ορόφους με τους χώρους διημέρευσης στο ισόγειο και ένα άνετο υπνοδωμάτιο στον όροφο. Το λουτρό εντός του υπνοδωματίου μοιάζει με έναν ξύλινο κύβο που έχει τοποθετηθεί κεντρικά στο υπνοδωμάτιο. Ένα τμήμα του κύβου εμφανίζεται στο ισόγειο πλευρικά της σκάλας που ανεβαίνει προς τον όροφο. Σκοπός αυτής της χωροθέτησης ήταν, εκτός από την ανεμπόδιστη θέα από την κρεβατοκάμαρα, οι ένοικοι να μπορούν να απολαύσουν τη μαγευτική θέα και από το χώρο του λουτρού.
Η αγάπη των ενοίκων για την ηλιόλουστη μεσσηνιακή γη οδήγησε τους αρχιτέκτονες να δώσουν έμφαση στους υπαίθριους χώρους και στη σχέση τους με το φυσικό τοπίο. Σε όλη την έκταση τοποθετήθηκαν φυτά μεγάλης βιοποικιλότητας με κυρίαρχο τον οπωρώνα και τον ελαιώνα αλλά και την πορτοκαλιά που κατέχει περίοπτη θέση εντός του patio. Αντίστοιχα στο κτίριο έχουν χρησιμοποιηθεί φυσικά υλικά της Πελοποννήσου, όπως μάρμαρο, πέτρα και ξύλο, ενώ στις τοιχοποιίες κυριαρχεί το απόλυτο λευκό που αντανακλά το φως και τονίζει τις αντιθέσεις των υλικών.Τα μεγάλα ανοίγματα στο ισόγειο και τον όροφο διατηρούν την αίσθηση του ανοιχτού χώρου και σε όλο το εσωτερικό της κατοικίας.